9 Ιουλ 2012

Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΑΣΤΡΟΠΟΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΩΝ ΣΕΡΡΩΝ

Στο πλαίσιο της εκδήλωσης που πραγματοποιήθηκε στην Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Σερρών, στις 14-6-2012, οι μαθητές της ΣΤ΄ τάξης παρουσίασαν την εργασία τους με τίτλο ¨Σιρραίων Πόλις¨ και θέμα την ιστορία της πόλης των Σερρών. Μεταξύ άλλων ιστορικών στοιχείων και γεγονότων ανέδειξαν την ύπαρξη της βυζαντινής Καστροπολιτείας των Σερρών.
Η γεωγραφική και στρατηγική θέση της πόλης των Σερρών την ανέδειξε, ήδη από τους αρχαίους ακόμη χρόνους, προμαχώνα και προπύργιο του ελληνισμού και αργότερα κέντρο εξορμήσεων των βυζαντινών Αυτοκρατόρων κατά των Σλάβων και ιδιαίτερα κατά των Βουλγάρων. Υπήρξε ¨μήλον της έριδος¨ όλων των γειτονικών λαών, επειδή συνδέει την κεντρική Ευρώπη με το Αιγαίο πέλαγος, Γι' αυτό ήταν πάντοτε πολύ καλά οχυρωμένη. Η οχύρωσή της ενισχύθηκε ιδιαίτερα στους βυζαντινούς χρόνους, αλλά και στα χρόνια της Φραγκοκρατίας και της Σερβοκρατίας. 
Σαν άλλη Κωνσταντινούπολη είχε τρία τείχη. Το πρώτο, μεγάλου πάχους, ήταν γύρω από την τότε πόλη, θεμελιωμένο σε πολλά μέρη, λόγω του υπεδάφους, πάνω σε μπηγμένους στη γη κορμούς δένδρων, επεξεργασμένους στη φωτιά. Το δεύτερο βρισκόταν στις παρυφές του λόφου Μηχανικού και της Ακρόπολης και το τρίτο επάνω στην κορυφή του λόφου με πολλούς πύργους.
Επί τουρκοκρατίας ο Ισμαήλ μπέης, το 1794, κατασκεύασε με αγγαρείες ένα μεγαλύτερο, αλλά πρόχειρο τείχος, με άψητα πλιθιά, πάχους 0,70 πόντους, που περιλάμβανε και συνοικίες των Τούρκων, αλλά διαλύθηκε τον 19° αιώνα από τις καιρικές συνθήκες.
Η ίδρυση της βυζαντινής Ακρόπολης ανάγεται στον 9ο μ.Χ. αιώνα, όταν ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου, Νικηφόρος Α, κατασκεύασε οχυρωματικά έργα στην πόλη των Σερρών, για να την προστατεύσει από τις επιδρομές των Βουλγάρων. Η οχύρωση με τείχη συνεχίστηκε από τον Νικηφόρο Φωκά και ολοκληρώθηκε από το Βασίλειο Β΄ τον Βουλγαροκτόνο. Κατά τη βυζαντινή εποχή αναφέρεται σε αυτοκρατορικά διατάγματα ως  «Κάστρο». Με την πάροδο του χρόνου η λέξη «Κάστρο» κατέληξε να σημαίνει ολόκληρη την πόλη, γι’ αυτό  και οι Σερραίοι ονομάζονταν από τους κατοίκους των γύρω χωριών «Καστρινοί». Μετά την κατάκτηση της πόλης από τους Φράγκους, επικράτησε η ονομασία «Καστέλι», που διατηρήθηκε ως τα χρόνια της Τουρκοκρατίας. Οι Τούρκοι την ονόμασαν «Μπας Κουλέ» (Κεφαλόπυργο), από το μεγάλο πύργο της δυτικής πλευράς. Από αυτό το όνομα προήλθε και η ονομασία «Κουλάς», που ισχύει ως σήμερα.
Από τη μελέτη παλαιών σχεδιαγραμμάτων συμπεραίνουμε ότι υπήρχαν δυο περίβολοι τειχών. Ο ένας περιέκλειε την παλιά πόλη, το «Βαρόσι», ενώ ο δεύτερος χώριζε εγκάρσια την παλιά πόλη και είχε σκοπό την ενίσχυση της άμυνας, σε περίπτωση που καταλαμβάνονταν η κάτω πόλη. Το ισχυρό τείχος της πόλης είχε σχήμα ατρακτοειδές και εκτεινόταν από την Δύση προς την Ανατολή. Στο εσωτερικό της Ακρόπολης υπήρχαν οι κατοικίες των τότε διοικητών και αξιωματούχων. Επίσης, υπήρχε και ο λεγόμενος «Καστροφύλακας», ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τη φύλαξη των πυλών του Κάστρου. Γνωστός είναι ο Λέων ο Αζανίτης που υπογράφει σε χρυσόβουλα του 14ου αι.. Οι μεγαλόπρεποι και ισχυροί πύργοι - ο αριθμός των οποίων δεν είναι ακριβής, αφού ήταν τέσσερις έως έξι - αποτελούσαν την αμυντική ισχύ του τείχους. Σήμερα έχει διασωθεί ο «Πύργος του Βασιλέως», στη δυτική πλευρά, το ψηλότερο μέρος του οποίου είναι κατεστραμμένο. Η Ακρόπολη είχε καλύτερη τύχη από τα τείχη της πόλης. Διασώθηκε από επιδρομές και καταστροφές. Το 1204 μ.Χ. όταν ερήμωσε η Καστροπολιτεία, η Ακρόπολη γλύτωσε από την καταστροφή. Όταν όμως το 1383 οι Σερραίοι υποτάχθηκαν  στους Τούρκους, άρχισε να ερημώνει και η Ακρόπολη, γιατί οι Τούρκοι ήθελαν να καταστρέψουν τα Κάστρα, ώστε να μην υπάρχουν οχυρά σημεία αντίστασης σε περίπτωση επανάστασης των Ελλήνων.
Το εξωτερικό τείχος άρχιζε από τον πύργο του Ορέστη, στη δυτική πλευρά της Ακρόπολης, περνούσε μπροστά από το 1ο Γυμνάσιο και από την ανατολική πλευρά του σημερινού κτιρίου του ΙΚΑ οδηγούσε στην οδό Αντιστάσεως. Προχωρούσε προς το Νοσοκομείο, όπου έστριβε προς το βορρά και περνούσε πίσω από τον ιερό ναό του Τιμίου Προδρόμου (Προδρομούδι). Από εκεί ανέβαινε προς το ναό του Αγίου Νικολάου, στην Ακρόπολη. Το μέρος της πόλης που βρισκόταν εντός των εξωτερικών τειχών και ονομαζόταν «Βαρός» (Συνοικία-Κέντρο της πόλης), κατοικούνταν κυρίως από Έλληνες, αλλά και αρκετές οικογένειες Εβραίων, Αρμενίων, Λατίνων, Βουλγάρων και Σέρβων. Στο κέντρο της συνοικίας βρισκόταν ο μητροπολιτικός ναός των Αγίων Θεοδώρων.
Το δεύτερο (ενδιάμεσο) τείχος, το οποίο σώζεται σε μερικά μέρη στις απόκρημνες πλευρές του λόφου, υψωνόταν σύρριζα των τριών πλευρών του λόφου και διαχώριζε την Άνω Πόλη και την Ακρόπολη (Ίτς Καλέ-εσωτερικό φρούριο) από την Κάτω Πόλη (Κάστρο-Βαρός). 
Το τρίτο τείχος, με τους τέσσερις (έως έξι) πύργους, ήταν στην κορυφή της Ακρόπολης, γύρω από τον χώρο του Περιπτέρου. Όταν το έξω τείχος κυριευόταν από εχθρούς ο στρατός και τα γυναικόπαιδα οχυρώνονταν στην ακρόπολη. Αν κυριευόταν και το δεύτερο τείχος κατέφευγαν στο τρίτο, στην κορυφή του οποίου σήμερα βρίσκεται το τουριστικό περίπτερο. Εκεί υπήρχαν μεγάλες δεξαμενές νερού, καθώς και εγκαταστάσεις καταυλισμού της φρουράς. Αφαιρώντας τις  κινητές ξύλινες διαβάσεις και σκάλες, απομόνωναν το τείχος από κάθε πρόσβαση του εχθρού. Ο σωζόμενος ¨πύργος του Ορέστη¨ επανοικοδομήθηκε πολλές φορές, πάνω στις παλιές βάσεις. Το ύψος του έφτανε τα 20 μέτρα 
Ξυγγόπουλος, Α. (1965). ¨Έρευναι εις τα Βυζαντινά Μνημεία των Σερρών¨

Στα τείχη της πόλης-Κάστρου υπήρχαν τέσσερις μεγάλες πύλες. Στην ανατολική πλευρά του τείχους υπήρχαν δυο πύλες. Η μια απ’ αυτές βρισκόταν δίπλα στο ναό του Τιμίου Προδρόμου (καταστράφηκε τον 18ο αι.) και ονομαζόταν «Βασιλική Πύλη», γιατί απ’ αυτή ανέβαινε στην Ακρόπολη η βασιλική οικογένεια. Οι Τούρκοι την ονόμαζαν «Μποσδάρ-Καπού» (πύλη εισπράκτορα) ή «Κεσίς-Κιουπρί» (πύλη των μοναχών¨). Η άλλη πόρτα της ανατολικής πλευράς ονομαζόταν «Παραπόρτιον» (βρισκόταν κάπου στην περιοχή του παλιού Νοσοκομείου). Στη νοτιοανατολική πλευρά του τείχους, δίπλα στο σημερινό ναό του Αγίου Αντωνίου, βρισκόταν η «Κεντρική» πύλη, την οποία οι Τούρκοι ονόμαζαν «Ορτά-Καπού». Στη δυτική πλευρά, στη σημερινή πλατεία του ΙΚΑ, βρισκόταν η «Πύλη του Φόρου», την οποία οι Τούρκοι ονόμαζαν «Κουνλούκ-Καπού» (πύλη του σταθμού-χωροφυλακής) και το βράδυ την έφραζαν με αλυσίδες.
Η κεντρική οδός της πόλης-Κάστρου, που ονομαζόταν «Βασιλική», χώριζε τη συνοικία ¨Βαρός¨ σε δυο μέρη, περνούσε μπροστά από το μητροπολιτικό ναό των Αγίων Θεοδώρων και αντιστοιχούσε στην «Εγνατία» οδό των ρωμαϊκών χρόνων. Την εποχή της Τουρκοκρατίας (17ος αι.) κατοικούνταν από Έλληνες, Εβραίους, Αρμένιους και Λατίνους, ενώ υπήρχαν συνολικά 2.000 κατοικίες χριστιανών. Έξω από τα τείχη της Παλιάς πόλης υπήρχαν 4.000 κατοικίες μουσουλμάνων (Νέα πόλη).
Ο Σερραίος αρχαιολόγος και ιστορικός Δημήτης Σαμσάρης μας πληροφορεί, ότι ο Γάλλος Robert De Dreux, που επισκέφτηκε την πόλη στα μέσα του 17ου αι., παρατήρησε ότι σε καμιά άλλη πόλη της Τουρκίας, από τις 300 που επισκέφτηκε, δεν υπήρχε δημόσιο ρολόι, παρά μόνο στις Σέρρες. Μάλιστα ένας Σουλτάνος είχε απαγορεύσει τη χρήση τους παντού. Είχε τη μορφή τετράγωνου πύργου και ένας μεγάλος κώδωνας χτυπούσε κάθε μια ώρα.
Στα νεότερα χρόνια, το 1958, ήρθαν στο φως κάποια νέα ευρήματα, όπως ένας γυναικείος τάφος που περιείχε σημαντικά κτερίσματα και ένα αρχαϊκό κτίριο. Μάλλον πρόκειται για αρχαίο ναό. Επίσης, όταν επισκέφθηκε την Ακρόπολη ο Γάλλος Robert De Dreux, εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ που είπε πως η τέχνη με τη φύση συνεργάστηκαν με τόσο ωραίο τρόπο, ώστε να οχυρωθεί το μέρος αυτό που ήταν τόσο απόκρημνο.
Ο επιβλητικός λόφος του Κουλά (Πύργος) αποτελεί  χρόνια τώρα πόλο έλξης όχι μόνο για τους Σερραίους, αλλά και για κάθε επισκέπτη που, τόσο στο Κάστρο όσο και στα εναπομείναντα τείχη, νιώθει να ξεπηδούν οι ήρωες της ιστορίας των Σερρών.

Αντίγραφο της βυζαντινής Καστροπολιτείας των Σερρών.
Κατασκευάστηκε από τους μαθητές της ΣΤ΄ τάξης
στο πλαίσιο της εργασίας ¨Σιρραίων Πόλις¨.
Σχολικό έτος 2011-12